Νομικα Franchise
- Λεπτομέρειες
- Γράφτηκε από τον/την Ιφιγένεια Καρπουζάκη -> Δικηγόρος
- Κατηγορία: Νομικα Franchise
- Εμφανίσεις: 3460
Κυρίαρχο διακριτικό γνώρισμα του franchise
Η εφαρμογή και ανάπτυξη μιας πρωτότυπης επιχειρηματικής ιδέας με τη μέθοδο του franchise, προϋποθέτει την θέση σε λειτουργία ενός ολόκληρου συστήματος διακριτικών γνωρισμάτων τα οποία συνίστανται συνήθως και κατά κύριο λόγο:
> στην κοινή πινακίδα που αναρτάται στο σημείο πώλησης, η οποία συνήθως αντικατοπτρίζει το σήμα του Δικτύου.
> στο σήμα το οποίο τίθεται πάνω στα διατιθέμενα προϊόντα.
> στην ενιαία οπτική εμφάνιση του σημείου -εξωτερική και εσωτερική- όπως αυτή προσδιορίζεται από κοινά αρχιτεκτονικά σχέδια, διαρρύθμιση, διακόσμηση, κ.λπ.
Σύμφωνα με τον Κώδικα Δεοντολογίας, ο Δικαιοπάροχος θα πρέπει να έχει στην κυριότητα ή στη νόμιμη χρήση του τα δικαιώματα επί των διακριτικών γνωρισμάτων (επωνυμίας, σήματος, κ.λπ.) του Δικτύου του, τα οποία παραχωρεί προς χρήση στους Δικαιοδόχους του, και αυτό να συμβαίνει καθ’ όλη τη διάρκεια της σύμβασης. Συνεπώς, ο Δικαιοπάροχος θα πρέπει να είναι είτε κύριος/ δικαιούχος του σήματος ή, ελλείψει κυριότητας σε αυτό, να είναι αδειούχος χρήσης του σήματος (licensor).
Σε κάθε περίπτωση, η προστασία του εμπορικού σήματος ανέρχεται στα δέκα χρόνια με δυνατότητα επ’ αόριστον ανανέωσης για άλλα δέκα έτη. Από την άλλη μεριά, μια σύμβαση δικαιόχρησης μπορεί να έχει διάρκεια, συνήθως μικρότερη των δέκα ετών, αλλά ενδεχομένως και μεγαλύτερη από αυτήν. Παράλληλα, η κάθε σύμβαση δικαιόχρησης υπογράφεται σε διαφορετική ημερομηνία έτσι ώστε καθεμιά να λήγει και σε διαφορετική ημερομηνία. Συνεπώς, όπως είναι φυσικό, ο Δικαιοπάροχος συχνά υπογράφει συμβάσεις η λήξη των οποίων είναι μεταγενέστερη αυτής της λήξης της τρέχουσας δεκαετούς προστασίας του σήματός του.
Προκύπτει λοιπόν το θέμα της μη εξασφάλισης των Δικαιοδόχων αναφορικά με το ότι ο Δικαιοπάροχος θα ανανεώσει το δικαίωμά του επί του σήματος είτε τούτο είναι αυτό της κυριότητας είτε της άδειας χρήσης (license). Βεβαίως, εάν ο Δικαιοπάροχος δεν προβεί στην εν λόγω ανανέωση, θα βρεθεί αντιμέτωπος με τις ευθύνες που θα ανακύψουν απέναντι στους Δικαιοδόχους του. Σε κάθε περίπτωση, όμως, σκόπιμη κρίνεται η ρητή αναφορά στο κείμενο της σύμβασης της συνεχούς μέριμνας του Δικαιοπαρόχου αναφορικά με τη διατήρηση της προστασίας του σήματός του, της άμεσης ενημέρωσης για τυχόν προσβολές τρίτων και της λήψης μέτρων για την προστασία του.
Περαιτέρω, στην περίπτωση κατά την οποία ο Δικαιοπάροχος είναι νομικό πρόσωπο που εκπροσωπείται νόμιμα από το φυσικό πρόσωπο εκείνο στο οποίο ανήκει η ιδέα του συγκεκριμένου Συστήματος Δικαιόχρησης, είναι πιθανό το φυσικό πρόσωπο να μην έχει παραχωρήσει το αποκλειστικό δικαίωμα χρήσης του σήματος στο νομικό αυτό πρόσωπο –εσκεμμένα ή μη- έτσι ώστε να δημιουργούνται μη νομότυπες καταστάσεις οι οποίες θα μπορούσαν να οδηγήσουν σύμφωνα με τον Ευρωπαϊκό Κώδικα Δεοντολογίας και τη σχετική νομολογία άλλων χωρών, ακόμα και σε ακύρωση της σύμβασης δικαιόχρησης. Βεβαίως, στην Ελλάδα δεν συναντάμε ακόμα τέτοια προσβολή της σύμβασης καθόσον υφίστανται πολλά άλλα θέματα προς ρύθμιση αναφορικά με το franchise, όμως καλό είναι να διερωτόμαστε και να ανησυχούμε αναφορικά με το πού μπορεί να οδηγήσουν παρατυπίες στη σωστή νομική οργάνωση του Δικτύου, όταν πια το franchise θα έχει ενταχθεί σε ένα συγκεκριμένο νομοθετικό πλαίσιο.
Είναι δε θέμα απόφασης του Δικαιοπαρόχου εάν επιθυμεί να διατηρήσει ως φυσικό πρόσωπο το σήμα – εάν ως τέτοιο το είχε κατοχυρώσει πριν την ανάπτυξη του Δικτύου του – παραχωρώντας άδεια χρήσης στο νομικό πρόσωπο που ενδεχομένως θα συστήσει για την καλύτερη οργάνωση του Δικτύου του, ή εάν θα μεταβιβάσει το σήμα του εξ’ολοκλήρου στο νομικό πρόσωπο αυτό που προτίθεται να συστήσει.
Εξάλλου, το σήμα του Συστήματος, θα πρέπει να έχει κατοχυρωθεί, όχι μόνο στις κλάσεις στις οποίες αντιστοιχούν τα προϊόντα που διατίθενται από το Δίκτυο- όταν αυτό αφορά σε διάθεση προϊόντων- αλλά και στις κλάσεις των υπηρεσιών που αντιστοιχούν στην ‘ιδιότητα’ του Δικαιοπαρόχου, δηλαδή ενδεικτικά στις κλάσεις 35 και 42. Συχνά, συναντάται η περίπτωση επιχείρησης η οποία, πριν ‘χρηστεί’ Δικαιοπάροχος, είχε καταθέσει το σήμα της στις κλάσεις των συγκεκριμένων προϊόντων και/ή υπηρεσιών τα οποία διέθετε, χωρίς να ληφθεί υπόψιν, έστω και εκ των υστέρων, ότι με την ανάπτυξή της με τη μέθοδο του franchise εισέρχεται και σε νέες υπηρεσίες όπως η διοίκηση επιχείρησης, η διαφήμιση κλπ. οι οποίες πρέπει επίσης να προστατευθούν. Τα ανωτέρω συνηγορούν, επομένως, στην ανάγκη διερεύνησης του θέματος και στη συνέχεια επέκτασης της προστασίας του ήδη κατοχυρωμένου σήματος και σε κλάσεις όπως κυρίως η 35 και/ή η 42.
Θεωρείται αυτονόητο ότι ο Δικαιοπάροχος καθ’ όλη τη διάρκεια ζωής του Δικτύου του θα πρέπει να προστατεύει το σήμα του. Οι Δικαιοδόχοι είναι υποχρεωμένοι να βοηθούν τον Δικαιοπάροχο προς εκπλήρωση αυτού του σκοπού και μάλιστα σκόπιμο είναι να προβλέπεται και η συγκεκριμένη υποχρέωση μέσα στη σύμβαση.
Είναι αλήθεια ότι δεν υπάρχει τίποτα πιο επικίνδυνο για ένα Δικαιοπάροχο από το να βρεθεί αντιμέτωπος με προσβολές τρίτων στο σήμα του έτσι ώστε να κρίνεται η βιωσιμότητα αυτού ή, ακόμη χειρότερα, η παντελής έλλειψη κατοχύρωσης από τον Δικαιοπάροχο οιουδήποτε σήματος για το Δίκτυο. Για το λόγο αυτό, κρίνεται απαραίτητη, πριν ακόμη οποιαδήποτε υπογραφή σύμβασης με Δικαιοδόχο, η μέριμνα και ρύθμιση όλων των θεμάτων που αφορούν στο βασικό σήμα του Δικτύου ενώπιον της αρμόδιας Αρχής, η οποία στη χώρα μας είναι το Υπουργείο Ανάπτυξης. Ακόμα όμως και στην περίπτωση που το σήμα έχει νόμιμα κατοχυρωθεί, ο Δικαιοπάροχος θα πρέπει να μεριμνά και παρακολουθεί την πορεία του σήματός του προκειμένου να είναι δυνατό να προλάβει και να αντιδράσει εγκαίρως σε τυχόν προσβολή αυτού.
Μετά τη λήξη ή λύση της σύμβασης δικαιόχρησης για οποιοδήποτε λόγο, ο πρώην Δικαιοδόχος υποχρεούται να σταματήσει αμέσως τη χρήση των σημάτων του Δικαιοπαρόχου και των λοιπών διακριτικών του γνωρισμάτων, άλλως κινδυνεύει να εναχθεί από τον Δικαιοπάροχο για αθέμιτο ανταγωνισμό.
Βεβαίως, θα πρέπει σε κάθε περίπτωση να ληφθεί υπόψη ότι δεν είναι εκ των πραγμάτων εφικτή η άμεση, κατά τη λύση ή λήξη μιας σύμβασης δικαιόχρησης, παύση χρήσης των διακριτικών γνωρισμάτων του Δικτύου από το Δικαιοδόχο. Ιδιαίτερο μάλιστα πρόβλημα δημιουργείται με την ύπαρξη αποθεμάτων (stock) προϊόντων με το σήμα του Δικαιοπαρόχου στις αποθήκες του Δικαιοδόχου κατά τη στιγμή της λύσης. Δικαιότερη λύση θεωρείται η χορήγηση από τον Δικαιοπάροχο μιας περιόδου χάριτος στο Δικαιοδόχο, εντός της οποίας θα μπορέσει ο τελευταίος να πωλήσει τα προϊόντα που του έχουν απομείνει, άλλως, η ανάληψη αυτών από τον Δικαιοπάροχο στην αγοραία αξία τους ή σε τίμημα εύλογο και για τα δυο μέρη.
Για το λόγο αυτό θα πρέπει και ο Δικαιοπάροχος να σταθμίζει το χρόνο που απαιτείται προκειμένου ο Δικαιοδόχος να συμμορφωθεί με αυτή του την υποχρέωση και να μην προβαίνει κακόπιστα σε ενέργειες κατά του Δικαιοδόχου. Με τον τρόπο αυτό, και ο Δικαιοδόχος αποδεσμεύεται από ένα Σύστημα το οποίο δεν ήταν, όπως αποδείχθηκε, το κατάλληλο για αυτόν, με την ελάχιστη δυνατή ζημία αλλά και ο Δικαιοπάροχος αποφεύγει τις άσκοπες δικαστικές διαμάχες που μετά βεβαιότητας στιγματίζουν το Δίκτυό του δυσχεραίνουν την γρήγορη ανάπτυξή του και βλάπτουν τη φήμη του.
- Λεπτομέρειες
- Γράφτηκε από τον/την Ιφιγένεια Καρπουζάκη -> Δικηγόρος
- Κατηγορία: Νομικα Franchise
- Εμφανίσεις: 3556
To χρονικό μιας υπόθεσης franchise που ζητά δικαίωση
Πάει πολύς καιρός από τότε που έγινε εμφανές ότι η πορεία του franchise στη χώρα μας άρχισε να καθορίζεται όχι μόνο από τις επιλογές των Δικαιοπαρόχων και των Δικαιοδόχων αλλά και τις αποφάσεις των ελληνικών Δικαστηρίων. Δεκάδες υποθέσεις, άλλες περισσότερο και άλλες λιγότερο σοβαρές, στοιβάζονταν στα γραφεία των Δικαστών, ζητώντας λύση. Τότε ήταν που το franchise στην Ελλάδα έδειξε ότι, ως θεσμός, ξεκίναγε μία νέα πορεία καθορισμού, εξέλιξης και κάθαρσης από τους ανθρώπους εκείνους, που θέλησαν να κερδοσκοπήσουν, λεηλατώντας ‘τον και πληγώνοντάς τον βαθιά.
Στα πλαίσια αυτά μία νέα υπόθεση, ποινικού χαρακτήρα, συγκλονίζει τους κύκλους του franchise και προκαλεί ερωτηματικά. Είναι η υπόθεση ενός Δικαιοπαρόχου που κατηγορείται για εξαπάτηση των Δικαιοδόχων του και οικονομική καταστροφή τους. Ο Δικαιοπάροχος αυτός ζει και υπάρχει σήμερα, διατηρεί μία επώνυμη αλυσίδα και με τις αγγελίες του προσελκύει ακόμα υποψηφίους Δικαιοδόχους τονίζοντας πλεονεκτήματα, όπως ολοκληρωμένη τεχνογνωσία, πλήρης εμπορική υποστήριξη, απαράμιλλη ποιότητα προϊόντων. To πρώτο (αρχικό) δίκτυο Δικαιοδόχων του έχει διαλυθεί μετά από παρατεταμένες οικονομικές ζημίες. Κάποιοι από αυτούς ήταν «παιδιά» του, άνθρωποι που είτε μαθήτευσαν σε αυτόν είτε τον γνώριζαν ως πελάτες. Τα καταστήματά τους έκλεισαν ή αγοράσθηκαν από τον ίδιο έναντι πινακίου φακής. Τα τελευταία συνεχίζουν να λειτουργούν, σαν να μη συνέβη τίποτα. Τουλάχιστον τίποτα δε συνέβη στα μάτια του κοινού, που βλέποντας τα καταστήματα στην ίδια θέση και μη γνωρίζοντας το ιδιοκτησιακό καθεστώς τους, θεωρεί ότι όλα πάνε καλά. Μάλιστα τα τελευταία χρόνια ανοίγουν και άλλα, που, εξ όσων γνωρίζω, και αυτά δεν πάνε καλά. Η πορεία της υπόθεσης είναι ακόμα μακρά αλλά ήδη έχει εκδοθεί το πρώτο βούλευμα του Συμβουλίου Πλημμελειοδικών που παραπέμπει τον συγκεκριμένο Δικαιοπάροχο για απάτη κατ΄επάγγελμα που προξένησε ιδιαίτερα μεγάλη ζημία, πράξη κακουργηματικού χαρακτήρα. Τα στοιχεία που κατά τη γνώμη του Συμβουλίου Πλημμελειοδικών συνιστούν την απάτη είναι η ψευδής παράσταση στους Δικαιοδόχους:
α) της ύπαρξης οργανωμένου δικτύου αποτελούμενου από κερδοφόρα καταστήματα λειτουργούντα με το σύστημα franchise, για χρόνο μεγαλύτερο από τον πραγματικό, ενώ αυτό δεν ήταν αληθές.
β) της ύπαρξης τεχνογνωσίας και εμπειρίας σε μεθόδους δικαιόχρησης και της συνακόλουθης εμπορικής υποστήριξης.
γ) της ύπαρξης ειδικευμένου και έμπειρου προσωπικού.
δ) της ύπαρξης εξειδικευμένων πρωτοποριακών προϊόντων «private label», ενώ στην πραγματικότητα επρόκειτο για προϊόντα κακής ποιότητας και ελαττωματικά.
ε) της ύπαρξης συγκεκριμένων και μόνο οικονομικών υποχρεώσεων που καθορίζονταν, ενώ η πραγματικότητα ήταν ότι υπήρχαν «κεκαλυμμένες» υπερτιμολογήσεις που αύξαναν την επένδυση (π.χ. κατασκευή καταστήματος, προϊόντα, κ.λπ).
Κατά την άποψη της γράφουσας, το βούλευμα αυτό είναι μία γενναία απόφαση που σηματοδοτεί μία νέα εποχή στα ελληνικά δικαστικά χρονικά όσον αφορά την αντιμετώπιση του θεσμού, γι΄αυτό και συγχαίρω τους Δικαστές που είχαν τη γενναιότητα να το εκδώσουν. Σε μία εποχή που η Δικαιοσύνη πλήττεται βαθιά από κάποιους επίορκους, είναι σημαντικό να τονίζουμε ότι υπάρχουν Δικαστικοί Λειτουργοί που δεν επηρεάσθηκαν ούτε από τον γνωστό Δικηγόρο του Δικαιοπαρόχου, ούτε από την οικονομική επιφάνεια του Δικαιοπαρόχου, ούτε από τη δυσκολία της υπόθεσης, αντίθετα έσκυψαν με προσοχή πάνω της και την κατάλαβαν στην ουσία της. Πλην όμως αυτό δε φτάνει. Πιστεύω ότι όσοι είναι ή θέλουν να αισθάνονται λειτουργοί του θεσμού στην Ελλάδα, σε όποιο σημείο και αν βρίσκονται, όποια και αν είναι η θέση ή η ιδιότητά τους, θα πρέπει να αναλογισθούν σοβαρά πλέον τις ευθύνες τους και να μάθουν να λένε «όχι» στους ανθρώπους εκείνους που δεν έχουν την υποδομή και την τεχνογνωσία να δημιουργήσουν ένα δίκτυο franchise ή να λειτουργήσουν μέσα σε αυτό. Εχουμε όλοι ευθύνη να προειδοποιούμε τους Δικαιοπαρόχους που δεν έχουν πρωτότυπη ιδέα, επαρκή οικονομική επιφάνεια για την υλοποίησή της και ικανότητα «χειρισμού» του Δικτύου, ότι δε μπορούν και δεν πρέπει να προβούν σε ένα τέτοιο εγχείρημα. Εχουμε όλοι ευθύνη να προειδοποιούμε τους Δικαιοδόχους που ετοιμάζονται να μπούνε σε ένα δίκτυο που έχει εμφανίσει προβλήματα ότι το δίκτυο αυτό δεν είναι καλό. Έχουμε όλοι ευθύνη να απομονώνουμε αυτούς που έχουν καπηλευθεί το θεσμό και να μην τους επιτρέπουμε να κάνουν άλλο κακό. Θέση πρέπει να πάρει και ο Σύνδεσμός Franchise Ελλάδας, που μοιάζει να κοιτά τα τεκταινόμενα από απόσταση και να διστάζει να λάβει θέση. Είναι κρίμα να φτάνουμε στο σημείο να λένε οι ανακριτές στους Δικαιοδόχους να μην απελπίζονται και ότι κάποτε θα βρούνε το δίκιο τους. Είναι τόσο πολύπλοκη η Δικαιοσύνη που ακόμα και εγώ που την υπηρετώ 12 χρόνια δε γνωρίζω να πω εάν πράγματι δικαιώνεσαι. Και δεν είναι αυτό το ζητούμενο. Το ζητούμενο είναι να μην εκτεθείς στον κίνδυνο, είτε είσαι Δικαιοπάροχος είτε είσαι Δικαιοδόχος. Περιμένω ότι μετά τη δυσάρεστη πορεία που έχει πάρει το ζήτημα όλοι οι λειτουργοί στο χώρο του franchise θα πράξουν τα δέοντα. Εγώ ήδη το κάνω.
- Λεπτομέρειες
- Γράφτηκε από τον/την Ιφιγένεια Καρπουζάκη -> Δικηγόρος
- Κατηγορία: Νομικα Franchise
- Εμφανίσεις: 4723
Mε την υπ’ αριθ. 6280/2004 απόφασή του το Μονομελές Πρωτοδικείο Αθηνών (διαδικασία ασφαλιστικών μέτρων) έκρινε αίτηση ασφαλιστικών μέτρων κατά Δικαιοδόχου, ο οποίος μετά τη λήξη της σύμβασης δικαιόχρησης, που επήλθε λόγω καταγγελίας της σύμβασης από τον Δικαιοπάροχο, συνέχισε να διατηρεί το σήμα του Δικαιοπαρόχου και να παρέχει τις ίδιες υπηρεσίες όπως και στο παρελθόν, αυξάνοντας μάλιστα τα καταστήματα που μέχρι τότε διατηρούσε από ένα σε δύο !!!!!
Σημαντικές θεωρούμε τις κατωτέρω σκέψεις της απόφασης που παραθέτουμε προς περαιτέρω προβληματισμό:
«Η λύση της συμβάσεως Franchising με καταγγελία εμφανίζει ένα διττό προβληματισμό: Από το ένα μέρος βρίσκεται το άξιο προστασίας δικαίωμα του δότη για επιχειρησιακό αυτοπροσδιορισμό και ελεύθερη επιλογή συνεργατών, είναι δε απολύτως θεμιτή και συνάδει προς την οικονομία της ελεύθερης αγοράς η προσπάθεια του δότη franchising να αυξήσει τα κέρδη του, ακόμα και όταν αυτό επιτυγχάνεται τελικώς εις βάρος του λήπτη (π.χ. όταν η λύση της συμβάσεως αποσκοπεί στη μετέπειτα δραστηριοποίηση του δότη στην περιοχή που δραστηριοποιείτο μέχρι τώρα ο λήπτης, με τη μορφή υποκαταστήματος κλπ). Από το άλλο μέρος ο λήπτης, ο κατά τεκμήριο ασθενέστερος εν σχέσει προς τον δότη, έχει ενδεχομένως προβεί σε επενδύσεις ή άλλες δαπάνες, επιβληθείσες εν πολλοίς από το δότη, τις οποίες πρέπει να αποσβέσει. Έτσι προκειμένου για σύμβαση franchising ορισμένου χρόνου, η λύση της επέρχεται είτε με την παρέλευση του συμφωνηθέντος χρόνου είτε με την έκτακτη καταγγελία της από το συμβαλλόμενο, στο πρόσωπό του οποίου θεμελιώνεται δικαίωμα καταγγελίας για σπουδαίο λόγο. Σπουδαίο λόγο που δικαιολογεί την έκτακτη καταγγελία franchising ορισμένου χρόνου, αποτελεί κατ’ αρχήν η υπαίτια παράβαση συμβατικών υποχρεώσεων από το ένα μέρος. Αλλά και ανυπαίτιοι λόγοι μπορούν να δικαιολογούν δικαίωμα έκτακτης καταγγελίας, εφόσον η συνέχιση της συμβάσεως αντίκειται προφανώς στα εύλογα και δικαιολογημένα συμφέροντα του ενός μέρους Σημειώνεται ότι όποιος προβαίνει σε έκτακτη καταγγελία της σύμβασης, πράττει αυτό με δικό του κίνδυνο, γιατί αν κριθεί από το δικαστήριο ότι δεν είναι αληθινός ο λόγος ή δεν είναι σοβαρός, η καταγγελία δεν επιφέρει τη λύση της σύμβασης, αλλά αυτή παραμένει ισχυρή και ο καταγγείλας καθίσταται υπερήμερος οφειλέτης της δικής του παροχής και υπερήμερος δανειστής ως προς την παροχή του ετέρου.
Περαιτέρω η απόφαση, ελέγχοντας τις πράξεις και παραλείψεις του Δικαιοδόχου (παραβάσεις τόσο όσο αφορά την εφαρμογή των κατευθύνσεων του Δικαιοπαρόχου και των προγραμμάτων του όσο και παραβάσεις οικονομικών υποχρεώσεων που προέκυπταν από τη σύμβαση), δέχθηκε ότι συνέτρεχε σπουδαίος λόγος για την καταγγελία της σύμβασης. Μάλιστα θεωρήθηκε ότι η εγχείριση στον Δικαιοπάροχο συναλλαγματικής, την οποία περαιτέρω αυτός οπισθογράφησε σε δανειστή του και η οποία μετέπειται σφραγίσθηκε δυσφήμησε τον Δικαιοπάροχο και είχε ως αποτέλεσμα να πληγεί καίρια η αξιοπιστία του και η φερεγγυότητά του στους εμπορικούς κύκλους).
Στη συνέχεια, το Δικαστήριο διατύπωσε τη σκέψη ότι η δήλωση του Δικαιοδόχου ότι δεν αποδέχεται την καταγγελία, όταν αυτή τελεί υπό προθεσμία, συνιστά επείγουσα περίπτωση και επικείμενο κίνδυνο και δικαιολογεί τη λήψη ασφαλιστικών μέτρων άμεσα. Τούτο διότι η χρήση του σήματος από τον Δικαιοδόχο, παρά την καταγγελία της σύμβασής του, πιθανολογείται βάσιμα ότι θα προκαλέσει σύγχυση του καταναλωτικού κοινού, το οποίο θα θεωρήσει ότι ο Δικαιοδόχος εξακολουθεί να αποτελεί μέλος του δικτύου, αν και τούτο δεν είναι αληθές και, κατά συνέπεια, θα εξακολουθεί να προσέρχεται στο κατάστημά του. Επιπρόσθετα, την αντίληψη αυτή του καταναλωτικού κοινού πιθανολογείται ότι θα ενισχύσει το γεγονός ότι εξακολουθεί να χρησιμοποιεί το σήμα του Δικαιοπαρόχου σε συνδυασμό με τα ακόλουθα στοιχεία: α) ο Δικαιοδόχος θα εξακολουθεί να παρέχει υπηρεσίες όμοιες με αυτές που μέχρι παρείχε, β) ο Δικαιοδόχος θα εξακολουθεί να στεγάζεται στο ίδιο ακίνητο που στεγαζόταν καθ’ όλη τη διάρκεια ισχύος της μεταξύ τους σύμβασης, του οποίου η οπτική εικόνα έχει παραμείνει αναλλοίωτη, γ) ο Δικαιοδόχος θα παρέχει τις υπηρεσίες του όχι μόνο στο ίδιο ακίνητο αλλά και στην ίδια γεωγραφική περιοχή, στην οποία έχει γίνει γνωστός και δραστηριοποιείται επί σειρά ετών.
Η απόφαση, τέλος, α) υποχρέωσε τον Δικαιοδόχο σε παράλειψη της παροχής υπηρεσιών ομοίων με αυτές του Δικαιοπαρόχου, τις οποίες ανέλυσε, τόσο γενικά στη γεωγραφική περιοχή που του είχε παραχωρηθεί, όσο και εντός του ακινήτου που ασκούσε τη δραστηριότητά του για ένα έτος μετά την επέλευση των αποτελεσμάτων της καταγγελίας της σύμβασης., β) απαγόρευσε στον Δικαιοδόχο να χρησιμοποιεί με οποιοδήποτε τρόπο τα Εγχειρίδια και βιβλία του δικτύου του Δικαιοπαρόχου και να αναπαράγει, με οποιοδήποτε τρόπο, εν όλω ή εν μέρει το περιεχόμενό τους ή να διαθέτει αυτά ή κάθε είδους αντίγραφό τους σε τρίτους είτε σε έγγραφη είτε σε ηλεκτρονική μορφή και διέταξε τη συντηρητική κατάσχεση όλων των ανωτέρω εντύπων που βρίσκονταν στην κατοχή του Δικαιοδόχου.
Της υπόθεσης επίκειται σημαντική δικαστική συνέχεια, δεδομένου ότι ο Δικαιοδόχος με τις ενέργειές του, που μοιάζουν με σάλτο μορτάλε, έχει καταφέρει σημαντικό πλήγμα στη φήμη του Δικαιοπαρόχου, στην περιοχή του.
- Λεπτομέρειες
- Γράφτηκε από τον/την Ιφιγένεια Καρπουζάκη -> Δικηγόρος
- Κατηγορία: Νομικα Franchise
- Εμφανίσεις: 3334
Μετά τη υπογραφή και τη θέση σε εφαρμογή μιας σύμβασης δικαιόχρησης, ο επιδιωκόμενος σκοπός εστιάζεται πια στην όσο το δυνατό μεγαλύτερη διάρκεια της εν λόγω σύμβασης με τη μεγαλύτερη δυνατή ωφέλεια Αυτό σημαίνει, φυσικά, ότι κανένα από τα συμβαλλόμενα μέρη στη σύμβαση franchise δεν πρέπει να επαναπαύεται μετά την υπογραφή της σύμβασης καθώς κοινός στόχος όλων είναι η εξέλιξη του Συστήματος Δικαιόχρησης και, κατά συνέπεια, η κερδοφορία της επιχείρησης καθενός εκ των μερών.
Δεδομένου ότι, ως συχνότερη διάρκεια στη σύμβαση συναντάται αυτή του ορισμένου χρόνου και μάλιστα συνήθως με απόκλιση από πέντε έως εννέα έτη, ανακύπτει εύλογα το ερώτημα της τύχης της σύμβασης και της συμφωνίας των μερών όταν πλέον αυτή λήξει χρονικά. Για το λόγο αυτό, σκόπιμη κρίνεται η πρόβλεψη, μέσω ειδικού άρθρου στη σύμβαση, της δυνατότητας (ή μη) ανανέωσης της σύμβασης αλλά και των συγκεκριμένων προϋποθέσεων οι οποίες πρέπει να πληρούνται για να καταστήσουν εφικτή μια τέτοια ανανέωση.
Α. ΠΡΟΫΠΟΘΕΣΕΙΣ ΑΝΑΝΕΩΣΗΣ
Η συμβατική ελευθερία των μερών καθιστά δυνατή την πρόβλεψη οποιωνδήποτε και οσωνδήποτε προϋποθέσεων για την ανανέωση της σύμβασης δικαιόχρησης εφόσον βεβαίως δεν αντίκεινται σε απαγορευτική διάταξη του νόμου.
Με δεδομένη τη μέση συμφωνηθείσα διάρκεια μιας σύμβασης δικαιόχρησης περίπου πέντε έως εννέα ετών, η ύπαρξη δυνατότητας ανανέωσης θεωρείται σήμερα επιτακτική προκειμένου να εξασφαλίζεται συνέχεια στα πρόσωπα του Συστήματος και χωρίς να διατρέχει κίνδυνος να ‘χαθούν’ τα σημεία των ήδη δεσμευμένων Περιοχών.
Ως προϋποθέσεις δε ανανέωσης της σύμβασης δικαιόχρησης, τις οποίες θέτει ο Δικαιοπάροχος, και με τις οποίες δεσμεύεται να συμφωνεί ο Δικαιοδόχος, μπορούν να ορίζονται οι ακόλουθες:
1. Η μη παράβαση οποιουδήποτε από τους ουσιώδεις όρους της σύμβασης και οποιασδήποτε τυχόν τροποποίησής της. Η προϋπόθεση αυτή κρίνεται εύλογη αφού προστατεύει το Δικαιοπάροχο και το Σύστημα Δικαιόχρησης γενικότερα, από τη διατήρηση προσώπων και καταστάσεων στο Δίκτυο που περισσότερο βλάπτουν παρά ωφελούν αυτό ή ακόμη περισσότερο που του έχουν προκαλέσει ή προκαλούν ζημία.
2. Η προηγούμενη έγγραφη ενημέρωση του Δικαιοπαρόχου από το Δικαιοδόχο η οποία θα περιέχει τη δήλωση βουλήσεως του τελευταίου να συνεχίσει, ήτοι ανανεώσει, τη σύμβαση. Τούτο επίσης κρίνεται εύλογο καθώς λίγο πριν τη λήξη της σύμβασης, ο Δικαιοπάροχος θα πρέπει να γνωρίζει εάν θα συνεχίσει στο ίδιο σημείο (εφόσον αυτό είναι εφικτό) με τον ίδιο Δικαιοδόχο ή εάν θα πρέπει να αρχίσει να αναζητά εγκαίρως άλλον υποψήφιο προκειμένου να μην χάσει το σημείο το οποίο ήδη θα έχει αποκτήσει αναγνωρισιμότητα ως σημείο του συγκεκριμένου Δικτύου Δικαιόχρησης.
3. Η έγγραφη απάντηση του Δικαιοπαρόχου στο αίτημα του Δικαιοδόχου για ανανέωση της σύμβασης. Εύλογη κρίνεται η πρόβλεψη προηγούμενης έγγραφης αποδοχής της πρότασης του Δικαιοδόχου από το Δικαιοπάροχο για ανανέωση, καθόσον σε κάθε περίπτωση ο τελευταίος παραμένει ο εμπνευστής, καθοδηγητής και διαχειριστής του Συστήματος Δικαιόχρησης, ο οποίος και επιλέγει τα πρόσωπα τα οποία εισχωρούν σε αυτό κάθε φορά. Βεβαίως, εφόσον τηρούνται όλες οι προϋποθέσεις που έχουν προβλεφθεί, ορθότερο είναι να μη δικαιούται ο Δικαιοπάροχος να αρνείται αυθαίρετα την ανανέωση χωρίς την επίκληση συγκεκριμένου λόγου δεδομένου ότι και ο Δικαιοδόχος έχει επενδύσει χρόνο και χρήμα στην επιχείρηση franchise του Συστήματος Δικαιόχρησης και είναι δίκαιο να επιθυμεί τη διατήρηση της καλής επιχείρησής του γνωστού κύρους και φήμης.
Β. ΕΠΑΝΑΔΙΑΠΡΑΓΜΑΤΕΥΣΗ ΟΡΩΝ ΣΥΜΒΑΣΗΣ Ή ΟΧΙ;
Δεδομένου λοιπόν ότι προβλέπεται δυνατότητα ανανέωσης της σύμβασης και σχετικές προϋποθέσεις για αυτή, οι οποίες έχουν τηρηθεί κατά τα συμφωνηθέντα μεταξύ των μερών, τίθεται το ερώτημα εάν οι όροι της σύμβασης θα πρέπει να επαναδιαπραγματευτούν και, εάν ναι, έως ποιο βαθμό.
Η ανάγκη επαναδιαπραγμάτευσης ή μη της σύμβασης δικαιόχρησης μπορεί να προκύπτει από διάφορους παράγοντες που σχετίζονται με αυτήν όπως η διάρκεια, η ανάπτυξη του Συστήματος Δικαιόχρησης, οι ήδη υπάρχοντες οικονομικοί όροι με τους νέους δικαιοδόχους, εξέλιξη του θεσμού του franchising, κ.λπ.
1. Διάρκεια: Σε μια σύμβαση που έχει συμφωνηθεί για χρονικό διάστημα π.χ. πέντε (ή και λιγότερων ακόμα ετών), ο Δικαιοδόχος κατά τη λήξη της, και πάντα σύμφωνα με τη συνήθη πορεία των πραγμάτων, μόλις που έχει προλάβει να αποσβέσει την επένδυσή του και να ξεκινήσει δυναμικά την πορεία ανάπτυξης της επιχείρησής του συμμορφούμενος με τα οριζόμενα στη σύμβαση δικαιόχρησης και κυρίως με τους οικονομικούς όρους αυτής. Έτσι, με βάση τα ανωτέρω, αναφορικά με τους οικονομικούς όρους της σύμβασης, ορθότερο και δικαιότερο, εφόσον δεν συντρέχουν ειδικότεροι λόγοι, είναι κατ’ αρχήν να μην επαναπροσδιορίζονται οι αρχικοί οικονομικοί όροι συμβάσεων διάρκειας πέντε ετών ή τυχόν κάτω της πενταετίας αλλά ούτε κατά συνέπεια και κατά τα λοιπά της στοιχεία η σύμβαση..
2. Ανάπτυξη του Συστήματος: στόχος κάθε Δικαιοπαρόχου είναι, μέσα από τη λειτουργία των σημείων του Δικτύου του και την εμπειρία του από αυτά, να αναπτύξει όσο το δυνατό περισσότερο το Σύστημα Δικαιόχρησης. Οποιαδήποτε βελτίωση του Συστήματος (εμπλουτισμός της υπάρχουσας τεχνογνωσίας κλπ) αντιστοιχεί σε υπεραξία αυτού και εύλογο είναι να δικαιούται ο Δικαιοπάροχος να καρπωθεί τα οφέλη μιας επιτυχούς πορείας με περαιτέρω ανάπτυξη. Στην περίπτωση αυτή, δικαιούται, να επαναδιαπραγματευτεί το σύνολο της σύμβασης, περιλαμβανομένων των οικονομικών όρων της, ώστε η σχέση Δικαιοπαρόχου – Δικαιοδόχου να εξακολουθεί να είναι μια σχέση αμοιβαίου και συμφέροντος ‘δούναι και λαβείν’.
3. Οι προβλεπόμενοι οικονομικοί όροι για τους νέους δικαιοδόχους και οι ήδη υπάρχοντες στην λήξασα σύμβαση:Σε περίπτωση σύμβασης δικαιόχρησης η οποία έχει συμφωνηθεί για μεγάλο χρονικό διάστημα κατά τη διάρκεια του οποίου μετά βεβαιότητας έχουν μεταβληθεί και αναπτυχθεί πολλά στοιχεία του Συστήματος, είναι δυνατόν οι οικονομικοί όροι που συμφωνούνται με τους νέους δικαιοδόχους να απέχουν πολύ από αυτούς των παλαιοτέρων δικαιοδόχων. Η ανάγκη διατήρησης ισότητας και ομοιομορφίας μεταξύ των δικαιοδόχων στο Δίκτυο αλλά και η απολαβή δίκαιου ανταλλάγματος από τον Δικαιοπάροχο για την παραχώρηση της τεχνογνωσίας του, καθιστά αναγκαία την προσαρμογή των όρων της σύμβασης στα νέα δεδομένα, λαμβάνοντας πάντα υπόψιν και το ιστορικό πορείας στο Δίκτυο καθενός από τους δικαιοδόχους.
4. Η εξέλιξη του θεσμού του franchising: Tο franchising είναι γνωστό ότι αποτελεί αρρύθμιστο πεδίο στην Ελληνική επικράτεια μέχρι σήμερα. Η ύπαρξη νομοθετικής ρύθμισης σε άλλες χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης και η συνεχής προσπάθεια των ενασχολούντων με το αντικείμενο για την πραγματοποίηση του σκοπού αυτού κάνουν ολοένα και πιο πιθανή και άμεση τη νομοθετική ρύθμιση και στην Ελλάδα .
Αυτονόητο είναι λοιπόν ότι σε περίπτωση που υπάρξει τελικά στην Ελλάδα ρύθμιση για το franchising, τυχόν όροι σύμβασης που δεν θα συνάδουν πλέον με τα προβλεπόμενα στη ρύθμιση αυτή θα πρέπει να προσαρμόζονται ανάλογα . Επομένως, μια σύμβαση δικαιόχρησης που θα πλησιάζει στη λήξη της θα χρήζει επαναδιαπραγμάτευσης βάσει των νέων ρυθμίσεων που τυχόν έχουν προβλεφθεί .
Ειδικότερα, αναφορικά με το δικαίωμα εισόδου (EntryFee), η συνήθης πρακτική κλίνει προς τη μη απόδοση εκ νέου Δικαιώματος Εισόδου στην περίπτωση ανανέωσης της σύμβασης καθόσον στη βάση του, το Δικαίωμα Εισόδου αποτελεί το αντάλλαγμα προς το Δικαιοπάροχο για την αρχική παραχωρηθείσα τεχνογνωσία και είσοδο στο Σύστημα, οπότε εάν δεν συντρέχουν ειδικότεροι λόγοι, δεν κρίνεται σκόπιμη η συμφωνία για εκ νέου απόδοση χρηματικού ποσού με σκοπό την ανανέωση της σύμβασης.
Συμπερασματικά, πρέπει να σημειωθεί ότι το θέμα της ανανέωσης της σύμβασης franchising είναι εξίσου σημαντικό όσο και η υπογραφή της ίδιας της αρχικής σύμβασης δικαιόχρησης και για το λόγο αυτό θα πρέπει να προβλέπονται αφενός ρητά τα βήματα και οι προϋποθέσεις προς την ολοκλήρωσή της, αφετέρου θα πρέπει να δίδεται προσοχή κατά τη στιγμή της επαναδιαπραγμάτευσης, εφόσον αυτή προβλέπεται, με τη συνδρομή νομικών και εξειδικευμένων συμβούλων, προς αποφυγή δημιουργίας ασφυκτικών συμβατικών σχέσεων με βέβαιο τέλος. Από την άλλη, και ο δικαιοδόχος δεν θα πρέπει να διαμαρτύρεται αναιτιολόγητα έναντι τυχόν προβλεπόμενης επαναδιαπραγμάτευσης καθόσον θα πρέπει η σχέση αυτή που επισφραγίζεται με τη σύμβαση franchise θα πρέπει να είναι αμοιβαία συμφέρουσα και για τα δυο μέρη, και άρα και για το Δικαιοπάροχο, ο οποίος δικαιούται σε κάθε περίπτωση να λαμβάνει δίκαιο αντάλλαγμα για την παραχωρούμενη προς εκμετάλλευση τεχνογνωσία του.
ΣΩΤΗΡΗΣ ΓΙΑΝΝΑΚΑΚΗΣ
Δικηγόρος, LL.M. HARVARD (Η.Π.Α.)
Μέλος της επιτροπής franchising, της Διεθνούς Ένωσης Δικηγορών και της Ένωσης Αμερικανών Δικηγορών, Μέλος του Δ.Σ. του Συνδέσμου Franchise της Ελλάδας
YΠΑΠΑΝΤΗ ΚΑΛΟΓΕΡΟΠΟΥΛΟΥ
Δικηγόρος, D.E.S.S. LYON III, FRANCE